Publicitad R▼
βασιλιάς (n.)
1.παιχνίδι που παίζεται με τον αστράγαλο ζώου, ο οποίος χρησιμοποιείται σαν ζάρι
2.ανώτατος άρχοντας ενός κράτους που παίρνει την εξουσία συνήθως κληρονομικά,ηγεμόνας που κυβερνά απόλυτα ή με αρμοδιότητες που ορίζει ο νόμος
Publicidad ▼
Ver también
Publicidad ▼
⇨ Ίκαρος (βασιλιάς της Καρίας) • Αλέξανδρος Γ΄ (Βασιλιάς της Αρχαίας Μακεδονίας) • Βασιλιάς (αποσαφήνιση) • Βασιλιάς (σκάκι) • Βασιλιάς Αρθούρος • Ευρώτας (Βασιλιάς) • Ευρώτας (βασιλιάς) • Λουδοβίκος Φίλιππος Α', Βασιλιάς των Γάλλων • Σελινούντας (Βασιλιάς)
βασιλιάς (n.)
παιδικό παιχνίδι[Hyper.]
βασιλιάς (n.)
pièce de jeu d'échecs (fr)[Classe]
personnage du carnaval (fr)[Classe]
chose la plus importante (fr)[ClasseParExt.]
(δυναστεία)[Symbolise]
πεσσός, πιόνι[Hyper.]
σκάκι[Domaine]
βασιλιάς (n.)
king (en)[ClasseHyper.]
βασιλική οικογένεια, βασιλικός[membre]
ανώτατος άρχοντας, ηγεμόνας, μονάρχης[Hyper.]
βασιλεία - βασίλειο, κράτος - kingship (en) - βασιλικός[Dérivé]
παλάτι[Desc]
βασιλιάς (n.)
dignité royale (fr)[Classe]
Contenido de sensagent
computado en 0,032s