definición y significado de γυναίκα | sensagent.com


   Publicitad R▼


 » 
alemán árabe búlgaro checo chino coreano croata danés eslovaco esloveno español estonio farsi finlandés francés griego hebreo hindù húngaro indonesio inglés islandés italiano japonés letón lituano malgache neerlandés noruego polaco portugués rumano ruso serbio sueco tailandès turco vietnamita
alemán árabe búlgaro checo chino coreano croata danés eslovaco esloveno español estonio farsi finlandés francés griego hebreo hindù húngaro indonesio inglés islandés italiano japonés letón lituano malgache neerlandés noruego polaco portugués rumano ruso serbio sueco tailandès turco vietnamita

Definición y significado de γυναίκα

Definición

γυναίκα (n.)

1.γυναίκες ως κατηγορία

2.η οικιακή βοηθός, η καθαρίστρια

3.γυναίκα που ασχολείται με τα οικιακά ενώ ο άντρας της φέρνει στο σπίτι το εισόδημα

4.ένα θηλυκό άτομο που παίζει έναν σημαντικό ρόλο (σύζυγος ή ερωμένη ή φιλενάδα) στη ζωή ενός συγκεκριμένου άνδρα

5.άνθρωπος θηλυκού γένους σωματικά ώριμος

   Publicidad ▼

Definición (más)

definición de γυναίκα (Wikipedia)

Sinónimos

   Publicidad ▼

Ver también

Frases

άστεγη γυναίκα που μεταφέρει τα υπάρχοντά της σε σακούλες • έκφυλη γυναίκα • ακόλαστη/ανήθικη γυναίκα • ανύπαντρη γυναίκα • γυναίκα γίγαντασ • γυναίκα διανοούμενη • γυναίκα εισπράκτορασ • γυναίκα μαστροπόσ • γυναίκα με ερωτικέσ κλίσεισ • γυναίκα με τίτλο ευγενείας • γυναίκα με τρόπους και αριστοκρατική συμπεριφορά • γυναίκα μόνο για σεξ (μειωτ.) • γυναίκα μόνο για σεξ (μειωτ.)` • γυναίκα που κυοφορεί το παιδί κάποιας άλλης • γυναίκα-αρχηγός • δύστροπη γυναίκα • κακοντυμένη γυναίκα • καστανή γυναίκα • ξανθιά γυναίκα • ξεχωριστή γυναίκα • στρουμπουλός (για γυναίκα) • συγγραφέασ γυναίκα • συντηρούμενοσ από γυναίκα • φιλόνικη γυναίκα • φιλόψογη γυναίκα • ωραία γυναίκα

Diccionario analógico





γυναίκα (n.)





Wikipedia

Γυναίκα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Μια γυναίκα είναι ένας ενήλικος θηλυκός άνθρωπος, σε αντίθεση με τον άνδρα (που είναι ο ενήλικος αρσενικός).

Συμβολισμοί

Το σύμβολο του πλανήτη Αφροδίτη

Το σύμβολο του πλανήτη Αφροδίτη είναι ταυτόχρονα το αναγνωρισμένο από την επιστήμη της βιολογίας σύμβολο της γυναίκας, του θηλυκού.

Βιολογία και φύλο

Οι παράγοντες που καθορίζουν το φύλο ενός ατόμου είναι κυρίως βιολογικοί, αλλά δεν είναι οι μοναδικοί. Μερικές γυναίκες είναι δυνατό να έχουν μη φυσιολογικές ορμονικές ή χρωμοσωμικές διαφορές μεταξύ τους, ενώ υπάρχουν και γυναίκες που μπορεί να μη διαθέτουν εξ ολοκλήρου τα χαρακτηριστικά της γυναικείας φυσιολογίας, τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια της ζωής τους.

Ζωγραφική της γυναίκας από Eugène Emmanuel Amaury Duval

Χρησιμοποιώντας όρους βιολογίας, τα όργανα του θηλυκού φύλου εμπλέκονται στις διαδικασίες αναπαραγωγής, ενώ τα δευτερεύοντα χαρακτηριστικά του φύλου σχετίζονται με την ανατροφή των απογόνων και την προσέλκυση του άλλου φύλου. Οι περισσότερες γυναίκες έχουν καρυότυπο 46,XX, αλλά περίπου μία στις χίλιες έχει καρυότυπο 47,XXX και μία στις 2500 είναι 45,X.

Ενώ ο αριθμός των γυναικών που γεννιούνται είναι μικρότερος από τον αριθμό των ανδρών (η αναλογία βρίσκεται κάπου γύρω στο 1:1.05), τελικά υπολογίζεται ότι στην ηλικία των 60 και άνω, αναλογούν 81 άνδρες για κάθε 100 γυναίκες. Επιπλέον, σε ακόμα μεγαλύτερες ηλικίες αναλογούν μόνο 53 άνδρες για κάθε 100 γυναίκες. Σε γενικές γραμμές οι γυναίκες έχουν μικρότερο δείκτη θνησιμότητας από τους άνδρες, ζώντας κατά μέσο όρο πέντε χρόνια παραπάνω, εξαιτίας μιας ποικιλίας παραγόντων. Τέτοιοι μπορεί να είναι:

  • γενετικοί παράγοντες (πχ. ύπαρξη περισσότερο ανθεκτικών γονιδίων στα φυλετικά χρωμοσώματα των γυναικών)
  • κοινωνικοί παράγοντες (όπως για παράδειγμα η υποχρέωση των ανδρών, σε αρκετές χώρες, να εκτελούν στρατιωτική υπηρεσία)
  • επιλογές με επιπτώσεις στην υγεία (όπως η τάση προς αυτοκτονία ή η κατανάλωση αλκοολούχων ποτών και καπνίσματος).
  • η παρουσία της οιστρογόνου ορμόνης στις γυναίκες, που έχει καρδιοπροστατευτική επίδραση στις προεμμηνοπαυσικές γυναίκες, και η επίδραση υψηλών επιπέδων ανδρογόνων ορμονών στους άνδρες.

Συνολικά, αντιστοιχούν 101.3 άνδρες για κάθε 100 γυναίκες (πηγή: 2001 World Almanac).

Η μελέτη της γυναικείας αναπαραγωγικότητας και του γυναικείου αναπαραγωγικού συστήματος ονομάζεται γυναικολογία.

Γενικώς, οι γυναίκες υποφέρουν από τις ίδιες αρρώστιες με τους άνδρες. Παρόλ΄ αυτά, υπάρχουν σχετικές με το φύλο αρρώστιες που είναι περισσότερο κοινές ή αποκλειστικές στο γυναικείο φύλο. Οι γυναίκες και οι άνδρες είναι πιθανό να εμφανίζουν διαφορετικά συμπτώματα σε μια αρρώστια ή να ανταποκρίνονται διαφορετικά σε κάποια φαρμακευτική θεραπεία. Αυτό το πεδίο επιστημονικής έρευνας διερευνάται από την φυλετική φαρμακευτική (gender-based medicine).

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

 

todas las traducciones de γυναίκα


Contenido de sensagent

  • definiciones
  • sinónimos
  • antónimos
  • enciclopedia

 

4611 visitantes en línea

computado en 0,047s