definición y significado de δικτατορία | sensagent.com


   Publicitad E▼


 » 
alemán árabe búlgaro checo chino coreano croata danés eslovaco esloveno español estonio farsi finlandés francés griego hebreo hindù húngaro indonesio inglés islandés italiano japonés letón lituano malgache neerlandés noruego polaco portugués rumano ruso serbio sueco tailandès turco vietnamita
alemán árabe búlgaro checo chino coreano croata danés eslovaco esloveno español estonio farsi finlandés francés griego hebreo hindù húngaro indonesio inglés islandés italiano japonés letón lituano malgache neerlandés noruego polaco portugués rumano ruso serbio sueco tailandès turco vietnamita

Definición y significado de δικτατορία

Definición

δικτατορία (n.)

1.πολιτικό καθεστώς στο οποίο η εξουσία ασκείται χωρίς έλεγχο από ένα ή περισσότερα πρόσωπα κατά παράβαση των κανόνων Δικαίου

2.σύστημα διακυβέρνησης που δεν αφήνει κανένα περιθώριο για ατομική ελευθερία και δράση και επιδιώκει να ελέγξει όλες τις πλευρές της κοινωνικής ή και της προσωπικής ζωής του πολίτη και να τις καθυποτάξει στην κεντρική εξουσία

   Publicidad ▼

Definición (más)

definición de δικτατορία (Wikipedia)

Sinónimos

   Publicidad ▼

Ver también

Frases

Diccionario analógico



Wikipedia

Δικτατορία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Μετάβαση σε: πλοήγηση, αναζήτηση

Ο όρος δικτατορία με την σύγχρονη χρήση της αναφέρεται στην απόλυτη εξουσία ενός ηγέτη ή ομάδας (δικτάτορα) που κυβερνά χωρίς να περιορίζεται από τους νόμους, το σύνταγμα, ή άλλους κοινωνικούς και πολιτικούς παράγοντες του κράτους. Κύριο χαρακτηριστικό της δικτατορίας είναι η συγκέντρωση της εκτελεστικής και της νομοθετικής εξουσίας στο πρόσωπο του δικτάτορα, η οποία συνδυάζεται και με έλεγχο επί της δικαστικής εξουσίας. Μάρτυρες δικτατοριών στην Ελλάδα είναι οι περισσότεροι «αναγκαστικοί νόμοι» και τα περισσότερα «νομοθετικά διατάγματα». Οι όροι αυτοί υποδηλώνουν ακριβώς ότι ο νόμος δεν έχει ψηφιστεί από δημοκρατικά εκλεγμένο Κοινοβούλιο. Ο όρος δικτατορία συνήθως δεν χρησιμοποιείται από τους ίδιους τους δικτάτορες για να περιγράψουν την μορφή διακυβέρνησής τους. Οι δικτάτορες συνήθως αποκτούν την εξουσία μέσω πραξικοπήματος ή κατάργησης του ισχύοντος συντάγματος.

Στην νεότερη Ιστορία της η Ελλάδα είχε Στρατιωτική δικτατορία τα έτη 1967 έως 1974 και το καθεστώς εκείνο αναφέρεται ως η Χούντα των Συνταγματαρχών. Άλλες Στρατιωτικές δικτατορίες ήταν αυτή του Πάγκαλου από το 1925 έως το 1926 και λιγότερο στην διακυβέρνηση του Κονδύλη το 1935. Η δικτατορία του Ιωάννη Μεταξά (4 Αυγούστου 1936) ήταν πολιτική δικτατορία.

Το αξίωμα του δικτάτορα στη Ρωμαική res publica

Κατά τη ρεπουμπλικανική περίοδο της Ρώμης, το αξίωμα του δικτάτορα ήταν ένα έκτακτο αξίωμα που έδινε για έξι μήνες την απόλυτη εξουσία να δράσει για να αντιμετωπίσει την κατάσταση που απειλούσε τη Ρώμη. Το αξίωμα είχαν αναλάβει ως ισόβιο (κατά παράβαση, δηλαδή, των ειωθότων της ρωμαϊκής δημοκρατίας) ο Σύλλας και ο Ιούλιος Καίσαρας.

Η δικτατορία του προλεταριάτου

Χρησιμοποιώντας την έννοια που είχε το αξίωμα του δικτάτορα στη ρωμαϊκή res publica, ο Μαρξ έκανε λόγο για τη δικτατορία του προλεταριάτου, εννοώντας μία σύντομη μεταβατική περίοδο πριν την εγκαθίδρυση της αταξικής κομμουνιστικής κοινωνίας, κατά την οποία το προλεταριάτο θα ασκεί την επαναστατική του εξουσία επί της νικημένης αστικής τάξης.

 

todas las traducciones de δικτατορία


Contenido de sensagent

  • definiciones
  • sinónimos
  • antónimos
  • enciclopedia

 

4675 visitantes en línea

computado en 0,031s