Publicitad D▼
εκδότης (n.)
1.ο ιδιοκτήτης μιας εφημερίδας
Publicidad ▼
⇨ definición de εκδότης (Wikipedia)
εκδότης (n.)
Ver también
εκδότης (n.)
↗ εκδίδω
Publicidad ▼
εκδότης (n.)
métier de l'édition (fr)[ClasseHyper.]
ιδιοκτήτης[Hyper.]
εκδίδω[PersonneQui~]
ανακοινώνω, γνωστοποιώ, δημοσιεύω, δημοσιοποιώ, κοινοποιώ[Dérivé]
εκδότης (n.)
Contenido de sensagent
computado en 0,032s